Θα μοιράζονται τη δόξα της μαζί της, θα αγκαλιάζονται και θα πανηγυρίζουν χρησιμοποιώντας πάντα πρώτο πληθυντικό «νικήσαμε». Θα τα σπάνε μέσα και έξω από γήπεδο, θα φοράνε τις κουκούλες τους για να προστατευθούν από τα δακρυγόνα των δυνάμεων καταστολής και θα χύνουν το μαύρο δάκρυ τους στο περιθώριο της αγωνιστικής ήττας. Όσο κι αν δε θέλουμε να το παραδεχθούμε είμαστε υποχρεωμένοι να αποδεχθούμε την ήττα του φίλαθλου πνεύματος από τον οπαδισμό. Παρόλο που αν το καλοσκεφτείς μόνο μαζόχας πρέπει να είσαι για να αυτοχαρακτηρίζεσαι σε τελική ανάλυση οπαδός και όχι απλός φίλαθλος. Γιατί απλούστατα ο φανατικός οπαδός υποφέρει κατά τη διάρκεια ενός αγώνα, φοβάται την ενδεχόμενη ήττα και αυτό τον απογοητεύει και τον θυμώνει. Η αγωνία κάθε φορά είναι στο κατακόρυφο και δεν ευχαριστιέται ούτε ακόμα και αυτό το ίδιο το παιχνίδι.Όλα όμως από εκεί ξεκινούν. Από το έρμο το παιχνίδι που μετατρέπεται σε «καταφύγιο σωτηρίας». Από το συναισθηματισμό, το ρομαντισμό, την ιδέα, την… παρότρυνση του μπαμπά, που μετατρέπεται σε άρρηκτο δεσμό ανάμεσα σ’ έναν άνθρωπο και έναν αθλητικό σύλλογο. Η «τρέλα» με την ομάδα που σχετίζεται με την καλή ψυχική υγεία. Η ομάδα που γίνεται σανίδα σωτηρίας, διέξοδος από μια προβληματική η διαλυμένη οικογένεια, ένα επισφαλές περιβάλλον ανεργίας, μοναξιάς απομόνωσης, περιθωριοποίησης. Η αθλητική ομάδα γίνεται ο απαραίτητος καταλύτης για την πολυπόθητη συναναστροφή με άτομα της ίδιας ηλικίας που αντιμετωπίζουν ίδια και παρόμοια προβλήματα και καταστάσεις, διέξοδος στο αδιέξοδο της μοναξιάς και της εξεύρεσης κοινής συνισταμένης στις παρυφές της ακραίας συμπεριφοράς που συνδυαζόμενη με τη «γλύκα» της παρανομίας μπορεί να μετατρέψει ένα παιδάκι σε πωρωμένο οπαδό έτοιμο για όλα. Και το προβληματικό παιδί βρίσκει τρόπο να αιστανθεί περήφανο, να αποκτήσει αυτοεκτίμηση μέσα από την ίδια τη συμμετοχή του σε τούτη την ομάδα. Και είναι ικανό να κάνει τα πάντα για να παραμείνει στα πλαίσιά της.
Θα μοιράζονται τη δόξα της μαζί της, θα αγκαλιάζονται και θα πανηγυρίζουν χρησιμοποιώντας πάντα πρώτο πληθυντικό «νικήσαμε». Θα τα σπάνε μέσα και έξω από γήπεδο, θα φοράνε τις κουκούλες τους για να προστατευθούν από τα δακρυγόνα των δυνάμεων καταστολής και θα χύνουν το μαύρο δάκρυ τους στο περιθώριο της αγωνιστικής ήττας. Όσο κι αν δε θέλουμε να το παραδεχθούμε είμαστε υποχρεωμένοι να αποδεχθούμε την ήττα του φίλαθλου πνεύματος από τον οπαδισμό. Παρόλο που αν το καλοσκεφτείς μόνο μαζόχας πρέπει να είσαι για να αυτοχαρακτηρίζεσαι σε τελική ανάλυση οπαδός και όχι απλός φίλαθλος. Γιατί απλούστατα ο φανατικός οπαδός υποφέρει κατά τη διάρκεια ενός αγώνα, φοβάται την ενδεχόμενη ήττα και αυτό τον απογοητεύει και τον θυμώνει. Η αγωνία κάθε φορά είναι στο κατακόρυφο και δεν ευχαριστιέται ούτε ακόμα και αυτό το ίδιο το παιχνίδι.Όλα όμως από εκεί ξεκινούν. Από το έρμο το παιχνίδι που μετατρέπεται σε «καταφύγιο σωτηρίας». Από το συναισθηματισμό, το ρομαντισμό, την ιδέα, την… παρότρυνση του μπαμπά, που μετατρέπεται σε άρρηκτο δεσμό ανάμεσα σ’ έναν άνθρωπο και έναν αθλητικό σύλλογο. Η «τρέλα» με την ομάδα που σχετίζεται με την καλή ψυχική υγεία. Η ομάδα που γίνεται σανίδα σωτηρίας, διέξοδος από μια προβληματική η διαλυμένη οικογένεια, ένα επισφαλές περιβάλλον ανεργίας, μοναξιάς απομόνωσης, περιθωριοποίησης. Η αθλητική ομάδα γίνεται ο απαραίτητος καταλύτης για την πολυπόθητη συναναστροφή με άτομα της ίδιας ηλικίας που αντιμετωπίζουν ίδια και παρόμοια προβλήματα και καταστάσεις, διέξοδος στο αδιέξοδο της μοναξιάς και της εξεύρεσης κοινής συνισταμένης στις παρυφές της ακραίας συμπεριφοράς που συνδυαζόμενη με τη «γλύκα» της παρανομίας μπορεί να μετατρέψει ένα παιδάκι σε πωρωμένο οπαδό έτοιμο για όλα. Και το προβληματικό παιδί βρίσκει τρόπο να αιστανθεί περήφανο, να αποκτήσει αυτοεκτίμηση μέσα από την ίδια τη συμμετοχή του σε τούτη την ομάδα. Και είναι ικανό να κάνει τα πάντα για να παραμείνει στα πλαίσιά της.
0 Comments:
Δημοσίευση σχολίου