Το πολύ κακό για την Εθνική ήταν πως σε πολλά διαστήματα του αγώνα οι Γερμανοί έμοιαζαν να μην επηρεάζονται από την απόδοση και τη γενικότερη παρουσία των Ελλήνων. Είτε γύρναγε να βοηθήσει ο Σαμαράς τον Τζαβέλλα (συγκινητικός αφού έπαιξε με ένεση), είτε Μανιάτης και Μάκος έτρεχαν σαν τρελοί για να κόψουν τις κάθετες των Σβαϊνστάιγκερ, Οζίλ ή όχι, έμοιαζε το ένα και το αυτό. Η αδυναμία των διεθνών να κρατήσουν την μπάλα (στο 70-30 υπέρ των Γερμανών η κατοχή) ήταν φυσικό να δίνει τη δυνατότητα στους αντιπάλους μας να ανεβάζουν τα μπακ, να φαίνονται συνεχώς περισσότεροι στο χορτάρι και –φυσικά- να δημιουργούν φάσεις. Μία από αυτές δεν σταμάτησε στην αστοχία των άλλων, την τύχη τη δική μας ή στον Μιχάλη Σηφάκη και από ένα φανταστικό σουτ του Λαμ βρήκε δίχτυα πριν φύγει το ημίχρονο.
Κι ενώ ο Λεβ αλλά και 25.000 Γερμανοί στο Γκντανσκ (συμπεριλαμβανομένης και της Μέρκελ) δεν είχαν λόγο να μην είναι ευχαριστημένοι από όσα έβλεπαν, ο Σάντος μάλλον είχε μια ντουζίνα από δαύτους και προσπάθησε στο δεύτερο μέρος να αλλάξει κάποια από τα κακώς κείμενα του πρώτου μέρους. Ο Πορτογάλος απέσυρε αναγκαστικά τον Τζαβέλλα και φυσιολογικά τον Νίνη -που δεν ήταν και στα καλύτερά του- περνώντας Γκέκα και Φωτάκη. Συνεπακόλουθα, Τοροσίδης και Μανιάτης θυμήθηκαν τα παλιά, καλύπτοντας αναγκαστικά την αριστερή και τη δεξιά πτέρυγα της άμυνας, ενώ ο μέσος του ΠΑΟΚ κάλυψε το κέντρο και ο Σάλπιγγίδης πήγε στο πλάι του Γκέκα.
Πέρα από την αγωνιστική ισορροπία που βρήκε η ομάδα, ρόλο στη μεταμόρφωση στην αρχή του δευτέρου μέρους πρέπει να έπαιξαν και όσα είπε ο Σάντος στους παίκτες του. Αποφασισμένοι να πουλήσουν ακριβά (όσο περίπου και το χρέος μας) το τομάρι τους, οι διεθνείς «δάγκωναν» στην άμυνα και έψαχναν εκείνη τη μία ευκαιρία που θα τους ξαναέβαζε στο ματς. Ευτυχώς, αυτή δεν άργησε να έρθει και όταν αυτό έγινε, μετατράπηκε σε ένα από τα γκολ που έχουν πανηγυριστεί πιο έξαλλα από ποτέ. Η καταπληκτική κάθετη του Φωτάκη, το εξαιρετικό σπριντ του Σαλπιγγίδη και το «δολοφονικό» τελείωμα του Σαμαρά έφεραν… δίχτυα και ξαφνικά, υπήρχε ξανά παιχνίδι.
Συνήθως σε τέτοιες περιπτώσεις το κλειδί είναι αφήσεις το χρόνο να δουλέψει για λογαριασμό σου και να μεταφέρεις το άγχος στην άλλη πλευρά. Δυστυχώς, με τους Γερμανούς αυτό δεν συνέβη, καθώς τα «πάντσερ» χρειάστηκαν μόνο 13 λεπτά για να μετατρέψουν σε περίπατο το ματς, ξεπερνώντας το εμπόδιο της ισοφάρισης. Ένα φοβερό, μονοκόμματο σουτ του Κεντίρα (αδράνησε ο Μανιάτης), μια κεφαλιά του Κλόζε (λανθασμένη έξοδος του Σηφάκη και ήττα στον αέρα του Κυριάκου) και μια προσπάθεια του Ρόις, που άξιζε να προσθέσει το όνομά του στον πίνακα των σκόρερ, έφεραν το 4-1.
Ένα σκορ βαρύ, ένα αποτέλεσμα που σίγουρα πλήγωσε κι εμάς (το γκολ-πέναλτι του Σαλπιγγίδη στο τέλος άμβλυνε βέβαια τις εντυπώσεις και διαμόρφωσε το τελικό 4-2), αλλά –μην το ξεχνάμε- και τους ίδιους τους ποδοσφαιριστές του Σάντος. Σίγουρα όλοι θα ήθελαν κάτι καλύτερο, καθαρά ποδοσφαιρικά όμως, δεν θα μπορούσαμε να το πάρουμε. Καλό θα ήταν να μείνουμε σε αυτό το σκέλος και να μην φορτώσουμε πάνω στον Σάντος και τους παίκτες του ευθύνες που η πραγματική τους θέση βρίσκονται στα έδρανα της Βουλής και τις καρέκλες του υπουργικού συμβουλίου.
Όπως και να το κάνουμε, οι Γερμανοί είναι μια καλύτερη ομάδα, φαβορί για την κατάκτηση του τίτλου και μπορεί για εμάς το φινάλε να ήταν πικρό, συνολικά όμως, η παρουσία και μόνο στα προημιτελικά ενός Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος είναι μια σημαντική επιτυχία. Και ως τέτοια θα πρέπει να τη θυμόμαστε και να τη μνημονεύουμε στο μέλλον. Οι 5.000 Έλληνες στο Γκντανσκ τραγουδώντας τον Εθνικό Ύμνο και με το ζεστό χειροκρότημά τους με τη λήξη του αγώνα μας έδειξαν τον δρόμο…
Στον πάγκο : Χαλκιάς, Τζόρβας, Μαλεζάς, Φορτούνης, Φετφατζίδης, Μήτρογλου.
ΓΕΡΜΑΝΙΑ: Νόιερ, Χούμελς, Μπαντστούμπερ, Μπόατενγκ, Λαμ, Κεντίρα, Σβαϊνστάιγκερ, Οζίλ, Σούρλε (67’ Μίλερ), Ρόις (79’ Γκέτσε), Κλόζε (79’ Γκόμες).
Στον πάγκο : Βίζε, Τσίλερ, Σμέλτσερ, Χέβεντες, Μερτεζάκερ, Γκουντογκάν, Μπέντερ, Κρόος.
Διαιτητής : Νταμίρ Σκόμινα (Σλοβενία)
0 Comments:
Δημοσίευση σχολίου